Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Οι φόβοι....


Χτες μου είπες ένα παραμύθι για να κοιμηθώ...
για δυό παιδιά...που ταξιδεύουν με τα αστέρια...
για μιαν αγάπη...αιώνια...

Τα βλέφαρα μου έκλεισαν...Και ο φόβος κόπασε....
Δεν φεύγω μέχρι να κοπάσει και ο δικός σου....

Απάντησε μου...

πριν από 6 χρόνια περίπου ...ένα βράδυ χωρίς εσένα...ένα βράδυ περιμένοντας...έγραψα κάτι που πήγαινε κάπως έτσι...

"Περασμένα μεσάνυχτα και όμως ο Μορφέας αρνείται να με πάρει στην αγκαλιά του. Το μυαλό μου κολλημένο σε σενα. Που να είσαι αυτή την στιγμή; Τι να κάνεις; Με σκέφτεσαι άραγε; Παίρνω το κινητό και σου γράφω μήνυμα, πως δήθεν θα πάω για ύπνο. Τι ψέμα!

Τα μάτια μου δεν μπορούν να ξεκολλήσουν από το κινητό και το μυαλό μου από εσένα. Και εκείνο μένει εκεί σιωπηλό, βουβό, με τρομάζει η τόση ησυχία. Μήπως να ξαναπάρω εγώ; Και αν δεν το σηκώσεις; Η σκέψη και μόνο με πνίγει!

Μέρα με την μέρα το νιώθω να μεγαλώνει, να με κυριεύει.
Σε χάνω και όμως δεν κάνω τίποτα. Μα γιατί δεν παίρνεις ένα τηλέφωνο; Απλά να σε ακούσω μου φτάνει. Έστω για λίγο. Δεν ξέρω τι φταίει! Μάλλον εγωισμός είναι...Εγωισμός και αδυναμία να παραδεχτούμε τι νιώθουμε πραγματικά ο ένας για τον άλλο....

Πάλι ησυχία. Τίποτα δεν συμβαίνει να σπάσει την σιωπή. Μα που είσαι; Κλείνω τα μάτια μου για λίγα λεπτά και ταξιδεύω πάλι πίσω, στην πρώτη στιγμή που σε αντίκρισα. Και η ψυχή μου γαληνεύει. Ένα χαμόγελο σχηματίζεται δειλά δειλά στα χείλη μου....

Τα μάτια ανοίγουν ξαφνικά!

……………………….ΤΗΛΕΦΩΝΟ…………………………….

Και όμως δεν είσαι εσύ. Δεν το σηκώνω. Κρίμα! Ήθελα να σου πω πόσο σε αγαπάω. Τα μάτια τώρα μένουν ανοιχτά, φοβούνται να αφεθούν ξανά στο όνειρο. Περιπλανιούνται στο χώρο σαν να ψάχνουν να πιαστούν από κάτι, μα τίποτα δεν τα κρατά. Τίποτα δικό σου.

Έγιναν τόσα πολλά σε τόσο λίγες μέρες. Ένιωσα σαν να πέρασα μαζί σου μισή ζωή. Ερωτεύτηκα – παθιάστηκα – γέλασα – έκλαψα - πόθησα – ζήλεψα.

Πάλι κλαίω. Τρόπος έκφρασης τα δάκρυα. Σου ξυπνούν αναμνήσεις εικόνες και μυρωδιές. Τον νιώθεις δίπλα σου, σου μιλά, σε αγγίζει. Αισθάνεσαι την αφή του τόσο αληθινή. Τα δάχτυλα του γλιστρούν στο κορμί σου, όπως τα δάκρυα στα μάγουλα σου.

Μαζί σου ήταν όλα τόσο απλά … έντονα… μαγικά…

Θα μου λείψει η μαγεία σου. Θα μου λείψεις εσύ. Ελπίζω μαζί με το γούρι μου να κρατήσεις και ένα κομματάκι από μένα στην σκέψη σου....
"


ένα πρωινό 6 χρόνια μετά...
....το γούρι επέστρεψε στα χέρια μου...
η ιστορία συνεχίζεται...





Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

Κλειστό λόγω έργων...



Σας αφήνω για λίγες μέρες...

Πάω να 'ξεπλύνω' το παρελθόν μου...Μήπως και αποκτήσω μέλλον...

ὀψόμεθα...

Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

Σε ένα λαϊκό φίλο...

Μη βάζεις, σε παρακαλώ, αρώματα.
Μου αρέσει η μυρωδιά του κορμιού σου...
Πιο όμορφο άρωμα απ’ τον ιδρώτα σου δεν έχει.
Θέλω να γεύομαι την αλμύρα του στήθους σου,
να ρουφώ τη μοσκοβολιά της μασχάλης σου,
να μουσκεύω στην υγρασία των σκελιών σου.

Μη βάζεις, σε παρακαλώ, αρώματα.
Γιατί βιάζεσαι να ξεχάσεις το χωριό και το μηχανουργείο;
Τι τα θέλεις εσύ αυτά τα μοσχοσάπουνα;
Θα σου χαλάσουν ύπουλα τον ανδρισμό σου.

Μη βάζεις, σε παρακαλώ, αρώματα.
Μέσα σε χίλιους φλώρους...είδα κι έπαθα να βρω έναν άντρα.
Μείνε αυτό που είσαι:
ένα αχάλαστο λαϊκό παιδί.

Ν.Χριστιανόπουλος


Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

Καληνύχτα

Θέλω να σου κάνω κακό…

26 Μαρτίου 2001


Κάθε βράδυ που πέφτω για ύπνο και ξυπνάω τρομαγμένη, κάθε φορά που πληγώνω κάποιον απλά και μόνο επειδή είναι άντρας, κάτι τέτοιες ώρες που κλαίω χωρίς λόγο…θέλω να σου κάνω κακό, επειδή έγινα σαν εσένα…

Που πήγε εκείνο το αθώο παιδί από μέσα μου; Που γεμάτο χαρά έκανε τον καραγκιοζάκο απλά για να ακούει τους άλλους να γελούν…Εσύ το έκλεψες και αυτό; εσύ το σκότωσες….;

Προσπαθώ αλήθεια να σκεφτώ κάτι όμορφο…να θυμηθώ κάτι αγνό που έζησα κοντά σου, δεν μπορεί κάτι θα υπάρχει…Κοιτάζω γύρω μου… Σκοτάδι και όλα με τρομάζουν, μου θυμίζουν την ζωή μου κοντά σου, τον πόνο που ένιωθα τότε.

Κλείνω τα μάτια και προσπαθώ με καράβι το όνειρο να ταξιδέψω σε όμορφους κόσμους, μα από παντού μπάζουν νερά…το όνειρο βυθίζεται.

Παλεύω με τα κύματα και προσπαθώ να υπερισχύσω στην μανία τους..

Άδικος κόπος, με παρασύρουν σε έναν χορό αλλιώτικο,

που με λυτρώνει…. σκοτώνοντας με….


Τώρα πια δεν θέλω να παλέψω, νιώθω ελεύθερη….

Θα είμαι πάντα εκεί…δίπλα σου…το σώμα μου θα περιμένει να νιώσει ξανά το άγγιγμα σου και η καρδιά μου θα μαρτυρά κάθε στιγμή, πως μέσα της έχεις πεθάνει…


Σάββατο 21 Αυγούστου 2010

Για πάντα...


Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010

Ο Δράκων

Ο Δράκων θεωρείται ο πρώτος νομοθέτης της Αθήνας, αν και οι έξι άρχοντες, οι επονομαζόμενοι Θεσμοθέται, νομοθετούσαν άγραφους νόμους από το 683 π.Χ.

Στην αρχή του έκτου αιώνος, ήταν φανερό ότι η Αθήνα είχε ανάγκη από καινούργιους γραπτούς νόμους, γιατί η αριστοκρατία ερμήνευε τους νόμους σύμφωνα με τα συμφέροντα της. Έτσι οι Αθηναίοι ανέθεσαν στον Δράκοντα το 624 π.Χ., να νομοθετήσει γραπτούς νόμους.
Ο Δράκων δεν άλλαξε το πολιτικό σύστημα.

Οι νόμοι του γράφτηκαν πάνω σε μαρμάρινες πλάκες (621 π.Χ.), που ονομάζονταν
Θεσμοί ή Διατάξεις και τοποθετήθηκαν στην Αγορά, όπου ο καθένας μπορούσε να τις διαβάσει. Οι νόμοι ήταν υπερβολικά αυστηροί σε μερικές περιπτώσεις, τιμωρώντας ελαφρά και σοβαρά αδικήματα με την ίδια ποινή. Ο Δράκων όμως έκανε διαχωρισμό μεταξύ του εκ προμελέτης φόνου και του εξ αμελείας. Άφησε στην δικαιοδοσία του Αρείου Πάγου την δίκη του εκ προμελέτης φόνου, και διόρισε πενήντα ένα δικαστές (εφέτες), οι οποίοι δίκαζαν τους εξ αμελείας φόνους. Επειδή οι νόμοι ήταν αυστηροί, αργότερα ο κόσμος έλεγε, ότι γράφτηκαν με αίμα. Σήμερα η λέξη "Δρακόντειος" σημαίνει μεγάλη αυστηρότητα.

Αλλά οι γραπτοί νόμοι, αντί να βοηθήσουν τους φτωχούς, έγιναν όργανα στα χέρια των πλουσίων, να παίρνουν την περιουσία τους, να τους εκφοβίζουν και να τους καταπιέζουν. Ολόκληρη η Αττική έπεσε στα χέρια της αριστοκρατίας και οι άνθρωποι, εκείνοι που δεν μπορούσαν να πληρώσουν τα χρέη τους, πωλούντο σαν δούλοι. Υπήρχε τόση μεγάλη δυσαρέσκεια, ώστε πολλοί έφυγαν από την Αττική εκείνα τα χρόνια και μετανάστευσαν.
Αργότερα οι Αθηναίοι αναφέρονταν στον Δράκοντα με σεβασμό, πιστεύοντας ότι ο δημιουργός των νόμων αυτών ήταν σοφός και δεν καταπίεσε τους κατατρεγμένους, ανακουφίζοντας την αθλιότητα των ανθρώπων, όσον ήταν δυνατόν περισσότερο.

Πηγή : http://www.sikyon.com/

Η αψίδα του Γαλερίου



Το γνωστότερο μνημείο της Θεσσαλονίκης μαζί με το Λευκό Πύργο και ένα από ταχαρακτηρηστικότερα της ύστερης αρχαιότητας, όταν η Θεσσαλονίκη έγινε η πρωτεύουσα του καίσαρα Γαλέριου, είναι η αψίδα ή το θριαμβικό τόξο του Γαλερίου, η λεγόμενη σήμερα Καμάρα. Πρόκειται στην αρχική του μορφή για ένα οκτάπυλο με 4 κεντρικούς ογκώδεις πεσσούς, 4 δευτερεύοντες στα πλάγια, ισάριθμα τόξα και χαμηλό σφαιροειδή θόλο. Σήμερα σώζονται δύο κύριοι πεσσοί και ένας δευτερεύων, που συνδέονται με πλίνθινο τόξο. Από τις αφηγήσεις των γεγονότων στις ανάγλυφες πλάκες συμπεραίνεται ότι η αψίδα χτίστηκε το 305 μ.Χ. ύστερα από την οριστική νίκη του αυτοκράτορα Γαλέριου κατά των Περσών.

Ιστορικά εντάσσεται στην εποχή της ύστερης αρχαιότητας, και συγκεκριμένα στην περίοδο της λεγόμενης Τετραρχίας, όταν ο Διοκλητιανός πήρε στην αρχή ως συναυτοκράτορα το Μαξιμιανό και αργότερα, το 293 μ.Χ., το Γαλέριο και τον Κωνστάντιο Χλωρό (πατέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου), ως Καίσαρες. Έτσι ιδρύθηκε η λεγόμενη Πρώτη Τετραρχία και η αυτοκρατορία μοιράστηκε σε τέσσερα τμήματα. Ο Γαλέριος ήταν διοικητής του τμήματος εκείνου στο οποίο συμπεριλαμβανόταν και η ελληνική χερσόνησος. Ως έδρα του είχε ορίσει αρχικά το Σίρμιο της Πανονίας (τη σημερινή Μητροβίτσα στη Σερβία), αργότερα όμως προτίμησε τη Θεσσαλονίκη. Μέσα στην πρώτη πενταετία του 4ου αιώνα μ.Χ. έκτισε στη Θεσσαλονίκη ένα λαμπρό οικοδομικό συγκρότημα, τα ανάκτορα του.

Η αψίδα του Γαλερίου αποτελεί στοιχείο του γαλεριανού συγκροτήματος στο νοτιοανατολικό τμήμα του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης. Συνδεόταν με τα ανάκτορα του Γαλερίου (προς νότια) και με τη Ροτόντα (προς βορρά). Στο σημείο που διασταυρώνονται οι δύο άξονες κτίστηκε η αψίδα, της οποίας ο προορισμός δεν ήταν πρακτικός αλλά αναμνηστικός και τιμητικός. Η κατασκευή της αψίδας βασίστηκε σε δύο παράλληλους τοίχους, μήκους 37 μ. περίπου και πάχους 3,80 μ. (σώζεται ο ένας σε μήκος 29 μ.). Οι δύο τοίχοι απείχαν 9 μ. ο ένας από τον άλλο και άφηναν τρία ανοίγματα τοξωτά, ένα μεγάλο στο κέντρο, πλάτους 9,70 μ. και δύο άλλα μικρότερα στα πλάγια, πλάτους 4,85 μ. Οι τέσσερις κεντρικοί πεσσοί ήταν χτισμένοι από χοντρά μάρμαρα, ενώ ο πυρήνας ήταν επενδυμένος από άλλα μάρμαρα και χοντρές πλάκες. Πάνω στην κατασκευή αυτή ήταν προσαρμοσμένες οι μαρμάρινες πλάκες με τις ανάγλυφες διακοσμήσεις. Για την κατασκευή της υπόλοιπης αψίδας είχαν χρησιμοποιηθεί ακανόνιστες πέτρες με ισχυρό κονίαμα και τούβλα για μια εξωτερική επένδυση πάχους 0,70 μ. Οι επιφάνειες των τοίχων, εκτός φυσικά των τεσσάρων κεντρικών πεσσών, καλύπτονταν από ορθομαρμαρώσεις ή κονιάματα. Οι προσόψεις του κεντρικού τμήματος της αψίδας κατέληγαν σε αετώματα. Κάτω από τα αετώματα και πάνω από κάθε πεσσό υπήρχε μια κόγχη και δίπλα σε κάθε κόγχη από ένα διακοσμητικό αστέρι μέσα σε κύκλο, κατασκευασμένο από τούβλα. Μέσα στις κόγχες ήταν τοποθετημένα αγάλματα. Κατά πάσα πιθανότητα στις δύο κόγχες της νοτιοανατολικής κύριας πρόσοψης, υπήρχαν τα αγάλματα του Διοκλητιανού και του Γαλέριου, ενώ στη βορειοδυτική τα αγάλματα του Μαξιμιανού και του Κωνστάντιου Χλωρού.

Η τέχνη των ανάγλυφων της Καμάρας είναι αφηγηματική και συγχρόνως διακοσμητική. Το κυριότερο χαρακτηριστικό είναι το πλήθος των παραστάσεων και των μορφών. Για τη διακοσμητική επιδίωξη συχνά παραβλέπονται οι φυσικές αναλογίες (ελέφαντες έχουν το ίδιο ύψος με τα άλογα ή τα άλογα να είναι μικρότερα από τους ανθρώπους). Γενικά η τέχνη των αναγλύφων αποβλέπει περισσότερο στις οπτικές αξίες παρά στις πλαστικές. Ωστόσο τα ανάγλυφα της Καμάρας αποπνέουν ακόμη μια ελληνιστική χάρη. Οι τεχνίτες των αναγλύφων πρέπει να ήταν Έλληνες. Τούτο φαίνεται και από τις ελληνικές επιγραφές, που είναι χαραγμένες ανάμεσα σε παραστάσεις των αναγλύφων: Ποταμός Τίγρις, Οικουμένη κλπ. Στις 14 ζώνες του βόρειου πεσσού εικονίζονται μάχες και η πορεία του Γαλέριου με το στρατό του προς τη χώρα των Περσών. Αντίθετα οι 14 ζώνες του νότιου πεσσού προπαγανδίζουν τη στρατιωτική δύναμη του Γαλέριου και την πολιτική ισχύ και ενότητα της Τετραρχίας, ως ένα σύστημα που μπορεί να διοικήσει τον κόσμο.

Οι πρώτες στερεωτικές εργασίες έγιναν επί Τουρκοκρατίας (1889). Το 1945 στερεώθηκε και υποθεμελιώθηκε ο βορειοανατολικός πεσσός. Το 1952 έγιναν σε ευρεία έκταση στερεωτικές και συντηρητικές εργασίες στις επιφάνειες των δύο κεντρικών πεσσών. Το 1954 η στάθμη της Εγνατίας κατέβηκε στο σημερινό επίπεδο και εμφανίστηκαν οι βάσεις των πεσσών. Τέλος, η ΙΣΤ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων πραγματοποίησε συντήρηση, στερέωση και καθαρισμό των μαρμάρινων αναγλύφων κατά το διάστημα 1991-2001 λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης του μνημείου.

Πηγή : http://www.culture.gr

Θεμιστοκλής


Μεγάλος Αθηναίος πολιτικός, στρατηγός και ναύαρχος (525 - 461 π.Χ.). Πήρε μέρος στη μάχη του Μαραθώνα, όπου δοξάστηκε ο Μιλτιάδης. Τόσο πολύ δε του στοίχισε αυτό, που τριγυρνούσε άυπνος τις νύχτες, λέγοντας σ' αυτούς που τον ρωτούσαν για την αιτία της αϋπνίας του:

«Ουκ έά με καθεύδειν το του Μιλτιάδου τρόπαιον», δηλ. δεν μ' αφήνει να κοιμηθώ η δόξα του Μιλιτιάδη.

Ήταν ο πρώτος από τους Αθηναίους πολιτικούς που κατάλαβε ότι το μέλλον της Αθήνας εξαρτάται από το ναυτικό. Σαν πρόφαση για την κατασκευή στόλου μεταχειρίστηκε τον πόλεμο εναντίον των Αιγινητών. Για να μπορέσει όμως να ολοκληρώσει το σχέδιο του, πέτυχε να εξορίσει τον αντίπαλο του Αριστείδη (483π.Χ.).

Μετά κατάρτισε έναν ισχυρό στόλο από 200 τριήρεις. Μετά τη μάχη των Θερμοπυλών και την ήττα των Σπαρτιατών από τους Πέρσες, ο Θεμιστοκλής διέβλεψε ότι το πιο κατάλληλο σημείο των ελληνικών θαλασσών για μία αναμέτρηση με τον περσικό στόλο ήταν η Σαλαμίνα. Στο στρατιωτικό συμβούλιο οι σύμμαχοι διαφώνησαν με την άποψη του. Ο στρατηγός των Κορινθίων Αδείμαντος απείλησε το Θεμιστοκλή με αποχώρηση και ο στρατηγός των Λακεδαιμονίων και αρχιστράτηγος Ευρυβιάδης ύψωσε το μπαστούνι του, για να τον χτυπήσει, οπότε ο Θεμιστοκλής. ατάραχος αποκρίθηκε «Πάταξον μεν, άκουσον δε» και εξακολούθησε να υποστηρίζει με θέρμη την άποψη του. Τελικά εφαρμόστηκε το σχέδιο του Θεμιστοκλή, ο οποίος με τον τρόπο αυτό έγινε αίτιος της μεγάλης νίκης των Ελλήνων.

Μετά την απαλλαγή από τον περσικό κίνδυνο, εισηγήθηκε την οχύρωση της Αθήνας, επειδή φοβόταν την αντιζηλία των Σπαρτιατών. Και το κατόρθωσε, παρά τη λυσσώδη αντίδραση της Σπάρτης. Οι αλλεπάλληλες επιτυχίες του μεγάλωσαν τη φήμη του σ' ολόκληρη την Ελλάδα, ενώ οι συμπατριώτες του τον ανακήρυξαν «σωτήρα της πατρίδος».

Τη φήμη όμως αυτή και τη δόξα του Θεμιστοκλή δεν άργησαν να υποσκάψουν οι πολιτικοί του αντίπαλοι, οι οποίοι στο έργο τους αυτό βρήκαν θερμούς υποστηρικτές τους Σπαρτιάτες. Τον διέβαλαν λοιπόν και τελικά κατόρθωσαν να τον εξορίσουν (471 π.Χ.). Έφυγε τότε για το Αργός και από εκεί, μετά από πολλές περιπλανήσεις, έφτασε στα Σούσα και κατέφυγε κοντά στον Αρταξέρξη, ο οποίος τον περιέβαλε με μεγάλες τιμές και του παραχώρησε ορισμένες πόλεις στη Μαγνησία, για να συντηρείται με τους φόρους που θα εισπράττει από αυτές.

Όταν όμως το 461 π.Χ. ο Αρταξέρξης θέλησε να εκστρατεύσει εναντίον της Ελλάδας και ζήτησε τη βοήθεια του Θεμιστοκλή, αυτός προτίμησε να αυτοκτονήσει πίνοντας δηλητήριο, παρά να στραφεί εναντίον της πατρίδας του. Στη Μαγνησία υπήρχε μνημείο και ανδριάντας του Θεμιστοκλή, από όπου οι φίλοι του μετέφεραν κρυφά τα οστά του και τα έθαψαν στην Αθήνα.

Στο Εθνικό Μουσείο της Αθήνας σώζεται ακόμα και σήμερα ένα από τα όστρακα του εξοστρακισμού του. Πάνω σ' αυτό διαβάζουμε: «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΦΡΕΑΡ-ΡΙΟΣ». Υπάρχει, για να θυμίζει πόσο δίκιο είχε ο πατέρας του, όταν τον συμβούλευε να
αποφύγει το πολιτικό στάδιο, δείχνοντας του τις τραβηγμένες στην ακτή παλιές και εγκαταλειμμένες τριήρεις και λέγοντας:

«έτσι συμπεριφέρεται ο λαός στους πολιτικούς άνδρες , όταν δεν τους χρειάζεται πια»

Πηγή : http://www.diodos.gr



Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

My bijou...

Οι θλιμμένες ώρες ...


Όποιος κρατάει το πηδάλιο της μοίρας μου ....
ας οδηγεί και το πανί μου...

Ιου Ιου...Πιου...

Όπως έχετε καταλάβει... εδώ και κάποιες μέρες υπολειτουργώ...και μαζί με μένα και το ιστολόγιο...

Η έμπνευση κόπηκε... η διάθεση στα τάρταρα... οι αντοχές μηδαμινές...

Ακόμη μια μέρα ξεκινάει...Άντε να δούμε...



Τετάρτη 18 Αυγούστου 2010

Το άλλοθι

Kάθε που σ’ επισκέπτομαι
μονάχα ο καιρός που μεσολάβησε
από τη μια φορά στην άλλη έχει αλλάξει.
Kατά τα άλλα, όπως πάντα
τρέχει από τα μάτια μου ποτάμι
θολό το χαραγμένο όνομά σου
– ανάδοχος της μικρούλας παύλας
ανάμεσα στις δυο χρονολογίες
να μη νομίζει ο κόσμος ότι πέθανε
αβάπτιστη η διάρκεια της ζωής σου.
Eν συνεχεία σκουπίζω τις μαραμένες
κουτσουλιές των λουλουδιών προσθέτοντας
λίγο κοκκινόχωμα εκεί που ετέθη μαύρο
κι αλλάζω τέλος το ποτήρι στο καντήλι
με άλλο καθαρό που φέρνω.

Aμέσως μόλις γυρίσω σπίτι
σχολαστικά θα πλύνω το λερό
απολυμαίνοντας με χλωρίνες
και καυστικούς αφρούς φρίκης που βγάζω
καθώς αναταράζομαι δυνατά.
Mε γάντια πάντα και κρατώντας το σώμα μου
σε μεγάλη απόσταση από το νιπτηράκι
να μη με πιτσιλάνε τα νεκρά νερά.
Mε σύρμα σκληρής αποστροφής ξύνω
τα κολλημένα λίπη στου ποτηριού τα χείλη
και στον ουρανίσκο της σβησμένης φλόγας
ενώ οργή συνθλίβει τον παράνομο περίπατο
κάποιου σαλιγκαριού, καταπατητή
της γείτονος ακινησίας.

Ξεπλένω μετά ξεπλένω με ζεματιστή μανία
κοχλάζει η προσπάθεια να φέρω το ποτήρι στην πρώτη
τη χαρούμενη τη φυσική του χρήση
την ξεδιψαστική.
Kαι γίνεται πια ολοκάθαρο, λάμπει
το πόσο υποχόνδρια δε θέλω να πεθάνω

ακριβέ μου – πάρτο κι αλλιώς:
πότε δε φοβότανε το θάνατο η αγάπη;

K.Δημουλά

Καλημέρα


Τρίτη 17 Αυγούστου 2010

Ἡ πρὸς τὴν Πατρίδα Ἀγάπη μου



Δὲν εἶναι διαβατάρικο πουλί, ποὺ γιὰ μία μέρα
σχίζει τὰ νέφη καὶ περνᾷ γοργὸ σὰν τὸν ἀγέρα,
οὔτε κισσός, π᾿ ἀναίσθητος τὴν πέτρα περιπλέκει
οὔτ᾿ ἀστραπή, ποὺ σβύνεται χωρὶς ἀστροπελέκι,
δὲν εἶναι νεκροθάλασσα, βοὴ χωρὶς σεισμό,
νοιώθω γιὰ σέ, πατρίδα μου, στὰ σπλάγχνα χαλασμό.


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ

ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΤΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ - ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΑΧΛΑΔΙΩΤΗ


Η θρυλική «κυρά της Ρω»

Η Ρω ή Ρώγη ή Ροπή, όπως την αναφέρουν διάφοροι χάρτες ή παλιά βιβλία, βρίσκεται 4 μίλια δυτικά από το Καστελλόριζο και σε απόσταση 12 μιλίων από τις τoυρκικές ακτές.
Είναι το πρώτο νησάκι που βλέπει ο επισκέπτης από το πλοίο λίγο πριν φτάσει στο νησί προερχόμενος από τη Ρόδο, με την ελληνική σημαία
να ανεμίζει και το Κάστρο να δεσπόζει στη μέση και ψηλά, σαν μάρτυρας μιας μακράς Ιστορίας πολυκύμαντης αλλά όχι ξεχασμένης.

Όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν το Καστελλόριζο, την ονόμασαν «Καρά αντά», από το μελανωπό χρώμα των βουνών της.
Η ονομασία «Άι Γιώργης» δόθηκε από το μ
ικρό εκκλησάκι με τη λιτή αιγαιοπελαγίτικη, μοναστηριακού ρυθμού, αρχιτεκτονική που μέχρι σήμερα σώζεται ιερό και αμόλυντο στο μικρό και πεταλοειδές λιμανάκι της Ρω.
Κοντά του υπάρχει μια μικρή αγροτική έκταση, που καλλιεργεί ο εκάστοτε διαμένων κτηνοτρόφος.
Η Pω ανήκει «κατά κυριότητα» στο Δήμο Μεγίστης, ο οποίος κάθε τέσσερα χρόνια την εκμισθώνει σε κτηνοτρόφο κάτοικο Καστελλορίζου με τη διαδικασία πλειοδοτικού διαγωνισμού.

Σ΄ αυτό το άγονο νησί, έζησε μια Ελληνίδα νησιώτισσα. Η Δέσποινα Αχλαδιώτη.
Έγινε γνωστή στο πανελλήνιο ως «κυρά της Ρω» γιατί επί 40 χρόνια (από το 1943 ως το θάνατό της) ύψωνε την ελληνική σημαία στη
ν ακριτική νησίδα της Ρω κάθε πρωί και τη κατέβαζε με τη δύση του ήλιου, για να πει σ’ όλους, πως τούτος ο τόπος που πατούσε, απέναντι από τα τουρκικά παράλια, ήταν Ελλάδα.
Στη Ρω είχε εγκατασταθεί με τον άντρα της, Κώστα και την τυφλή μητέρα της από το 1924. Μετά το θάνατο και του άντρα της και της μητέρας της, η κυρα-Δέσποινα ή η «Κόρη της Ρω» όπως την έλεγαν στο νησί, κατόρθωσε μόνη της να κατοικήσει και να κρατήσει ελληνικό το νησάκι της, καλλιεργώντας και βόσκοντας εκεί τα λιγοστά ζώα της.
Το σπουδαιότερο είναι πως συνεργάσθηκε με τον Ιερό Λόχο και με άλλους αντιστασιακούς.
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πήγε στο Καστελόριζο και εκεί έδρασε με τις αποστολές στρατευμάτων για τη Μέση Ανατολή, κρύβοντας και φυγαδεύοντας αξιωματικούς και στρατιώτες. Τότε, όλοι σχεδόν οι κάτοικοι του Καστελόριζου, είχαν φύγει για τα γύρω νησιά, την Κύπρο, την Αίγυπτο.
Όταν με διαταγή των Άγγλων εγκαταλ
είφθηκε ομαδικά το Καστελλόριζο, εκείνη παρέμεινε μόνη στη Ρω. Και με θάρρος και ψυχραιμία αντιμετώπισε όλους τους κινδύνους. Εξαιτίας αυτής της ηρωίδας, το μικρό αυτό νησί παρέμεινε ελληνικό, στο οποίο ύψωνε τη σημαία ή χαιρετούσε με αυτήν τα διερχόμενα πλοία. Κι εκείνα ανταπέδιδαν το χαιρετισμό με τα σφυρίγματα τους. Για τον ηρωισμό της έγραψε αρχικά ο Μιχάλης Χονδρός στα «Καστελλοριζιακά Νέα» το 1960.

Μετά τα γνωστά γεγονότα του 1974, όπου Τούρκοι τοποθετούσαν κρυφά τη σημαία τους, η γυναίκα και το νησάκι της έγιναν γνωστά παντού. Την τίμησε η Ακαδημία Αθηνών, το Πολεμικό Ναυτικό, η Βουλή των Ελλήνων, η Εθνική Τράπεζα, Δήμοι, Σύλλογοι και άλλοι φορείς.

Η ίδια η Δέσποινα Αχλαδιώτη, είχε ζητήσει να ταφεί μ΄αυτή τη σημαία:


Τα ξερονήσια του Καστελόριζου και της Ρω τ’ αγαπώ.

Έμεινα μόνη μου το 1943 στο Καστελόριζο με την τυφλή μου μάνα, όταν έφευγαν όλοι οι κάτοικοι του νησιού στη Μέση Ανατολή και στην Κύπρο.

Με την Ελληνική σημαία υψωμένη και την αγάπη για την Ελλάδα βαθιά ριζωμένη μέσα μου πέρασα όλες τις κακουχίες…
Βέβαια η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα, χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις τουρκικές ακτές.

Την ελληνική σημαία θέλω να μου τη βάλουν μαζί μου στον τάφο.


Η «κυρά της Ρω» απεβίωσε σε ηλικία 94 ετών, σε νοσοκομείο της Ρόδου, στις 13 Μαΐου του 1982.
Στις 14 Μαΐου 1982, η Δέσποινα Αχλαδιώτη κηδεύτηκε με τιμές εθνικής ηρωίδας στο Καστελλόριζο και ετάφη κάτω από τον ιστό όπου ύψωνε τη σημαία.
Το φέρετρό της ήταν σκεπασμένο με την ελληνική σημαία.
Η μνήμη της, λειτουργεί σα γέφυρα που ενώνει την αρχαία Ελλάδα των αποίκων του 9ου-8ου αιώνα π.Χ., το Βυζάντιο, την παράδοση και τον πολιτισμό χαμένων πατρίδων…

Σήμερα στο νησί υπάρχει ο τάφος της, τα δύο μικρά σπιτάκια όπου διέμενε και το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, όλα δίπλα στο λιμανάκι.

Πηγή: http://www.pare-dose.net/

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

In the cold light of day..




Σάββατο 14 Αυγούστου 2010

Για όσους ξεχνάνε… και θα ξεχαστούνε…

Κουράστηκα να περιμένω το μήνυμα...

που κατά βάθος πάντα ήξερα πως δε θα ’ρθει.

Κουράστηκα να σκαλίζω συνθήματα στη στάχτη του χρόνου.

Κουράστηκα ,με δυο λόγια...να λείπω από τη ζωή μου.


Κι ούτε κατάλαβα καλά καλά,ποιος,πότε και γιατί,με πέταξε απ’έξω.

Μ’αυτή τη τόση βιάση μου,να ξεκινώ από το τέλος,

έχανα πάντα,η ηλίθια...τη μαγεία της αρχής.


…Κάποτε,με είχε παρασύρει ένα ορμητικό ποτάμι

κι ήμουνα έτοιμη να πνιγώ.

Λίγα μέτρα πιο μπροστά από μια πεινασμένη θάλλασα,

που άνοιγε το στόμα της να με καταπιεί,

θυμήθηκα ξαφνικά τα λόγια σου.


Άκουσα μέσα μου σα μουσική τη τρυφερή φωνή σου.

“Να ξέρεις πάντα πως είμαι πλάι σου και σ’ αγαπώ.

Σ’ εμπιστεύτηκα για να κρατήσεις τ’ όνειρό μου.

Και μου’ χεις δώσεις όρκο πως θα το φυλάξεις.”


Ούτε κατάλαβα πώς βρέθηκα στην όχθη.

Ούτε κατάλαβα πώς γέμισε η αγκαλιά μου...κόκκινα βατόμουρα.

Πώς έκανε κύκλους γύρω από την αντοχή μου...ένα κάτασπρο περιστέρι.


…Δεν είναι η πείρα,τελικά,που σε μαθαίνει να

ξέρεις να φυλάγεσαι σε αυτόν το κόσμο.

Άσε να λένε οι θεωρητικοί...


Ή ξέρείς ή δεν ξέρεις,από την αρχή.

Αν ανήκεις στη δεύτερη κατηγορία...την πείρα σ’αρέσει

απλώς να την αποκτάς.


Όπως σ’αρέσει,ας πούμε,να ταξιδεύεις.

Τίποτ’ άλλο....


A.Παπαδάκη

Θεατρικά αποσπάσματα

Μάνος Κατράκης


Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1908 στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του έμπορου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο.

Τον μικρό Μάνο «γοήτευε» το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του «Κεραυνού» και μετά στον «Αθηναϊκό». Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο «προστάτης» της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική.

Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του '21». Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του «Θιάσου Νέων» του Ανδρέα Παντόπουλου και του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931).

Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών, με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο.

Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη.

Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο.

Επίσης το 1951 - 1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία.

Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), τη Λίντα Άλμα μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα.

Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων.

Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα, οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του.

Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών.



Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010

...Είναι φορές



Μια ανάρτηση σε φιλικό ιστολόγιο...μου το θύμησε...


Ναύτη...

Καλημέρα...


Όταν κοπάζει ο θόρυβος

Για το ψωμί το δίκιο την αλήθεια, ίσως και να μη φτάνει μια ζωή.
Μα τη ζωή μου την ένιωσα ζωή μες στον αγώνα, αδέλφια.
Και για να μάθω να μιλώ, όταν ο τρόμος τα στόματα βουβαίνει
Να μάθω να ανορθώνομαι, όταν θεριεύει ο θάνατος
Για να μπορώ τα ίδια τα λάθη μας να αντέχω
πόσες αδυναμίες έπρεπε να κατανικήσω,
με πόσες πρέπει κάθε στιγμή να αντιπαλεύω.

Όμως μονάχα τούτη την αδυναμία, συγχωρήστε μου,
όταν κοπάζει ο θόρυβος και μένω μοναχός...με ένα μου αγαπημένο πρόσωπο
για την αγάπη του που ολόκληρος διψάω...δεν μπορώ ν’ αγωνιστώ.
Αν την επιδιώξω τη χάνω.
Αν τη διεκδικήσω τη σκοτώνω.

Αδέλφια μου συγχωρήστε με, μα η αγάπη που...πιο βαθιά γυρεύω
....πρέπει να μου δοθεί μονάχη

Τίτος Πατρίκιος
Πέμπτη 12 Αυγούστου 2010

:o))))



Έρωτας αυτό το τραγούδι...!!!
Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010

Στέλλαααααααααααααααααααα



Μην είστε τόσο δυσκοίλιοι...

Χαμογελάστε και λιγάκι... :o))))



Εγνατία


Η Εγνατία ήταν μεγάλη στρατιωτική και εμπορική οδός της αρχαιότητας, που την κατασκεύασαν οι Ρωμαίοι περί τα τέλη του 2ου π.Χ. αιώνα. Ξεκινούσε από την Απολλωνία (σημερινό Δυρράχιο) με δύο βραχίονες που ενώνονταν στο εσωτερικό και έφτανε ως την Θεσσαλονίκη και τον 4ο αιώνα προεκτάθηκε ως την Κωνσταντινούπολη. Τη θεωρούσαν συνέχεια της οδού που ξεκινούσε από τη Ρώμη και κατέληγε στο Πρίντεζι. Βρισκόταν ανάμεσα στο σημερινό Μπάρι και στο Πρίντεζι και σ' αυτή την πόλη η οδός πλησίαζε τη θάλασσα.
Η κατασκευή της υπολογίζεται ότι έγινε μεταξύ
146-120 π.Χ. και η διαδρομή που ακολουθούσε ήταν η εξής (αναφέρουμε τα σημερινά ονόματα των πόλεων): Δυρράχιο - Αχρίδα - Μοναστήρι - Έδεσσα - Πέλλα - Θεσσαλονίκη - Αμφίπολη -Φίλιπποι - πεδιάδα Κομοτηνής - Έβρος - Κύψελα. Στη Θεσσαλονίκη, η σημερινή Εγνατία οδός αποτελεί τμήμα αρχαίας οδού. Τέλος η Εγνατία οδός μπορεί να θεωρηθεί ως προέκταση της Αππίας οδού πέρα από την Αδριατική.

Παμπάλαια και προαιώνια είναι η φυσική αυτή οδός που το όνομά της πήρε από τον Ρωμαίο αρχιτέκτονα το Εγνάτιο. Θα την χρησιμοποιούσαν προφανώς και οι Θράκες παλαιότερα έστω και τοπικώς.
Οι Ρωμαίοι επέστρωσαν όταν έγιναν κοσμοκράτορες του γύρω από την Μεσόγειο γνωστού τότε κόσμου, την φυσική αυτήν αρτηρία για να ενώσουν τα διάφορα σημεία της εκτεταμένης Ρωμαϊκής A
υτοκρατορίας και να κινούν γρήγορα και ασφαλισμένα τα στρατεύματά τους και τα προϊόντα του εμπορίου τους.
Από την Ρώμη μέσω της Αδριατικής που "εγεφυρώνετο" με πλοία περνούσε στο Δυρράχιο της Αλβανίας και από κει στα Γιάννενα, Θεσσαλονίκη, Εννέα οδούς (Αμφίπολη) και τα άλλα ενδιάμεσα οχυρά και σημαντικά συγκοινωνιακά σημεία και έφτανε στις βορινές υπώρειες του Παγγαίου. Δεν ερχόταν δε μέσω της Πιερίας Κοιλάδας ίσως για το ορεινό της περιοχής ή τα έλη της πεδιάδας Φιλίππων που τότε ήταν αδιάβατα και νοσογόνα. Παρέκαμπτε τον όγκο του Παγγαίου προφανώς στα σημεία όπου τότε τα μεταλλεία της "Σκαπτής Ύλης" ίσως δε κυρίως γι' αυτά και "έπεφτε" στον κάμπο των Φιλίππων στις έναντι υπώρειες του λόφου των Κρηνίδων, αποφεύγοντας έτσι την αδιάβατη ελώδη περιοχή και συνδέοντας την οχυρή των Φιλίππων θέση (Κρηνίδες) όπου εκεί άλλα μεταλλεία χρυσού υπήρχαν, τα Άσυλα.
Απ' εκεί ο δρόμος περνώντας το οχυρό στενό της σημερινής μονής του Αγίου Σίλα έφθανε στη Νεάπολη(Καβάλα) και περνώντας το μοναδικό πέρασμα κάτω από τις σημερινές "Καμάρες", το μεσαιωνικό υδραγωγείο, έβγαινε στους κάμπους της Ξάνθης και έφτανε στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί ανοίγεται ο δρόμος προς την Ανατολή και γενικά την Ασία..

Θριές

Στην ελληνική μυθολογία με το συλλογικό όνομα Θριές (Θριαί) ήταν γνωστές τρεις Νύμφες που έμεναν στον Παρνασσό και τις θεωρούσαν κόρες του θεού Απόλλωνα, καθώς και οι τρεις είχαν μαντικές ικανότητες. Σύμφωνα με μία άλλη παράδοση (από σπάραγμα του Φιλοχόρου), οι Θριές ήταν θυγατέρες του Δία και τροφοί του Απόλλωνα, του οποίου ιέρειες παρέμειναν. Στις Θριές απέδιδαν την επινόηση να μαντεύουν το μέλλον από τα χαλίκια, που τα έριχναν μέσα σε ένα κανάτι. Τα χαλίκια αυτά ονομάζονταν επίσης «θριαί». Το ίδιο πράγμα είχε διδάξει και ο Απόλλων στον θεό Ερμή.

Οι Θριές είχαν τα ονόματα Μέλαινα, Κλεοδώρα (= περίφημη για τα δώρα ή τα χαρίσματά της) και Δάφνις. Τους απέδιναν τον χαρακτηρισμό «Σεμναί».

Οι Θριές αγαπούσαν πολύ το μέλι και γι' αυτό όταν πήγαιναν να τις ρωτήσουν τα μελλοντικά γεγονότα τους προσέφεραν μέλι. Ο «Ομηρικός Ύμνος» στον Ερμή (4) τις αναφέρει ως φτερωτές και γράφει: «Από την κατοικία τους πετούν πότε εδώ και πότε εκεί, τρεφόμενες με μέλι... Και όταν εμπνέονται τρώγοντας το κίτρινο μέλι, είναι πρόθυμες να πουν την αλήθεια. Αλλά αν στερηθούν το γλυκό φαΐ των θεών, τότε λένε ψέματα» (στ. 550 κ.ε.).

Με άλλα λόγια, οι Θριές είναι προσωποποιήσεις μελισσών, αφού και τα κεφάλια τους περιγράφονται ως λευκά (όπως κάποτε των μελισσών από τη γύρη). Στον ομηρικό ύμνο συγχέονται και με τις Κωρύκειες, Νύμφες των «προφητικών πηγών» του Παρνασσού.

Στο «Λεξικό της Σούδας» υπάρχει ένα σχόλιο ότι «αποκαλούν την τρέλα των ποιητών θρίασιν».



Related Posts with Thumbnails

MeDuSa-Kia

Blog Archive

Το Άλλο μου Παιδί...

Το σόι...

Ο Φονιάς...Νιαρ

Εκτιμώ...Διαβάζω & ακούω

Προσοχή...!

Στον αγώνα της ζωής....


....όποιος κι αν είναι ο στόχος σου...


.... να κρατάς τα μάτια σου....


...στον λουκουμά....κι όχι στην τρύπα.


Oscar Wilde

Το νου σας... ;o)

....Το νου σας ρεμάλιααααααααα…

χς βαρς κούεται, πολλ τουφέκια πέφτουν ;o)

About Μή!

Ο Ρουφιάνος...